[αυτό που πάει αυτό που έφυγε και αυτό που έρχεται]
ποιος ανήκει σε ποιον και ποιος από εμάς
έχει χάσει ή έχει κερδίσει το στοίχημα;
δάκρυα ιδρώτα στη γυμνή μου πλάτη
σήμερα το πρωί
τα σεντόνια ένας ωκεανός φουρτουνιασμένος
ο ψυχρόαιμος απολογισμός με το φως της ημέρας
το αιματοβαμμένο διπλανό άδειο μαξιλάρι
τρίζουν τα δόντια μου
σκέπτομαι οτιδήποτε μόνο για να νιώσω ξύπνιος
έξω περνούν τα σχολικά λεωφορεία
σίγουρα είμαι καλά και ας ζαλίζομαι ας παραπατάω ας με κυριεύει μια ανεξήγητη αναγούλα
θα έπρεπε να με ρωτήσεις τώρα χαλαρά
με ένα καλοπροαίρετο χαμόγελο που να με κάνει να λαχταράω μια αγκαλιά
μια ιστορία τρυφερότητας. σβήσε αυτόν τον λαμπερό προβολέα του ουρανού
κλείσε την πόρτα στην καλοκαιρινή ζέστη
τα σαγόνια μου άνοιξαν
κανένα χέρι μπροστά στα μάτια μου
όλη η ζωή με περιμένει εκτεθειμένη σε κοινή θέα