[η απαλή υφή της ακατέργαστη ύλης του δέρματος]
για να σε δω – άγγιξε με – με την τρέλα του μισοφέγγαρου
ω πόσο λαμπρότητα εκπέμπουν οι μάσκες μας
τα σχέδια και η ρήξη με τον χρόνο στο πρόσωπό σου
τα μάτια σαν πανέμορφοι ζωφόροι αρχαίων ναών
πόσο μελαγχολείς όταν επαναλαμβάνω πως σ αγαπώ
οι στροφές του πένθους που ακολουθώ : μια ευχή
για μια ζωή χωρίς ιδιοκτήτη – η ζωντανή λατρεία σου
και πόσο μαυρίζει η ψυχή μου όταν την καταβροχθίζει
ο θάνατος – όταν οι λέξεις σπαταλιούνται άδικα
η αγωνία του μεγάλου έρωτα τα αμαυρωμένα φεγγάρια
απότομες καταιγίδες που βρέχουν κοφτερά στιλέτα
για να σε δω – άγγιξε με – με τη σκληρότητα της λογικής
να κλείσω τα μάτια μου να ονειρευτώ πως με αγγίζεις