[αφηγήσεις στο θάμπος ενός σκοτεινού ουρανού]
1.
τι άλλο χρειάζεται κανείς σ’ αυτή τη ζωή;
ένα γέρικο δέντρο να σταθείς στη σκιά του
ένα σπίτι να κρυφτείς απ τον κόσμο
μια θέση σε ένα τραίνο μια μέρα όταν φύγεις
για ένα ταξίδι πολύ μακριά
ξέροντας πως δε θα γυρίσεις ξανά πίσω
2.
κανένας άνθρωπος που ξεκίνησε να κατακτήσει
την πιο ψηλή κορφή ενός βουνού
δεν αντιστάθηκε στον πειρασμό
να χαθεί μέσα στην καταπράσινη ομορφιά
λέγοντας πως η ψυχή του ποτέ άλλοτε
δεν ένιωσε σαν φτερό που το πήρε ο άνεμος
3.
παρατηρώντας μερικά γιγάντια αιωνόβια δένδρα
αντιλαμβάνεσαι στη σύγκριση πόσο μικρή
και πόσο σύντομη είναι η ζωή του ανθρώπου
4.
κάποιες στιγμές χρειάζεται να νιώσεις
σαν ένα δένδρο με πολύ γερές ρίζες
για να μπορέσεις να σωπάσεις και να ονειρευτείς
πως στέκεσαι όρθιος σε κάθε λογής τρικυμία
5.
η πραγματικότητα σε κάνει να θέλεις
να αποκτήσεις ένα σπίτι μια μικρή γωνιά
χωρίς να μπορούν οι περαστικοί
να σε κοιτάζουν περίεργα εξερευνητικά
και να προεκτείνεται το βλέμμα τους
χιλιόμετρα του κόσμου μες στο μυαλό σου
6.
μετρώ και διανυκτερεύω με κολλημένο
το μάτι μου στον ουρανό και ονειρεύομαι
τα αστέρια σαν τους φίλους που έχω χάσει
να ξαπλώνουν για λίγο δίπλα μου
στο γρασίδι και να με βοηθούν στο μέτρημα
μισός που θέλω να φύγω μισός που είμαι εδώ