[παρατηρήσεις στον διάδρομο του νοσοκομείου]
τον βοηθούν να περπατήσει προς την ανοιχτή πόρτα
που οδηγεί στα εξωτερικά ιατρεία
δύο νεαρές γυναίκες που θα έλεγες
πως είναι θεωρώ αδερφές του
κάθε μία λυγίζει απ το βάρος ενός βραχίονα
πατάνε με δύναμη πάνω στο σκληρό ελατήριο
του θάρρους – βλέπει κανείς πεντακάθαρα
αν και σε μεγάλη απόσταση
μια άλλη νοσοκόμα να ανοίγει την πόρτα
χαμογελώντας και δίνοντας κουράγιο
είναι υπομονετική – μια αντίστιξη στο κατάλευκο ύφασμα
της στολής της – ο άρρωστος σέρνεται
ντυμένος με αστεία πρόχειρα ρούχα
παρακολουθώ κάθε του πόδι να κουνιέται γρατσουνίζοντας
το μωσαϊκό και να περιμένει
να πάρει τη σειρά του κάτω από το βάρος του σώματος
δεν φαίνεται να υπάρχει ανυπομονησία
ή θυμός οπουδήποτε στον ορίζοντα
θεία χάρη πλημμυρίζει το καθαρό καλούπι αυτής της στιγμής
και στο τραπεζάκι του διαδρόμου
όλα τα ανακατωμένα περιοδικά ανθίζουν ακόμα