[ζήσονται αι καρδίαι ημών ως τα διάφανα των κρίνων]
σκοτάδι στο θάλαμο – εσύ κοιμάσαι και ξεκουράζεσαι
α΄παθολογική πτέρυγα με ορθάνοιχτο το στόμα
φτερουγίζει στο βάθος του μυαλού χρόνος παράκαιρος
θυμός που δεν εκφράζεται στην ανθρώπινη γλώσσα
ζήσαμε σαν αγριοπούλια κι ας μη πετάξαμε ποτέ
– μας καθήλωσε στον ομφαλό της γης το φεγγάρι
πότε μισό αλλά μηδέποτε ολόκληρο
λυτρωμένοι από μπόρες κεραυνούς και καταιγίδες
πέραν της κλίσεως μας σιωπή σ΄ένα μικρόκοσμο
κατηχούμε την άχραντη και τρισμακάρια μας μοίρα
μαρμαρένιος χρόνος ζωής απλανώς σκεπτόμενος
χωρίς ίχνος φρέσκου αέρα τραυλίζεις σαν έφηβος
αμέτρητα σ΄αγαπώ σε πρόσωπα που σε μάτωσαν
περαστικά απ’ της ψυχής πληγωμένο τετράγωνο
αφήνεις τα χνάρια σου σαν σημάδια στα χώματα
να τι θα πει μαρασμός και τι ανθίζω πρόσκαιρα
ο πόνος εγγύς διαλέγει να ξεριζώσει την κλάση μου
παραδομένοι στη μοναξιά – όσοι στο όνομα της
εβαπτίσθητε χάριν αυτής
ερημιά και πάλι ερημιά ενεδύσασθε
θολώνει το βλέμμα μου ενώ βουλιάζω ακέραιος
επί των υδάτων – προσπαθώ να ζήσω ένα θαύμα
προσθέτω μια γραμμή από στίχους στους χίλιους
λυπημένους χτύπους της καρδιάς μου – αλυσίδες
που σέρνονται – φταίει η θέση των αστεριών
ω τι μέρα που διάλεξες να γεννηθείς ποιητές σε
φύσηξαν τρεις φορές στον αέρα και έφτυσαν
τρεις φορές στο έδαφος – κομματιάστηκε η ζωή σου
απ΄το χάος των λέξεων που έγιναν ένας ξερός κρότος
σαν τα μπαλόνια νερού που σκάνε στο παραμικρό
άγγιγμα της βελόνας – μάντεψε αν θες – κάθε ποίημα
που αρχίζει με την φράση σ΄άγαπώ πάλι με την ίδια
φράση τελειώνει – στο τέλος να δεις που κάθε κακό η
μουσική απ την ορχήστρα της ζωής μας θα το καλύψει