[χειρονομία προς αυτήν μετά από χρόνια δισταγμών]
ψεύτικα λουλούδια στο τραπέζι
τοποθετημένα
για να πιάσουν το φως του ήλιου
δεν χρειάζεται η εποχή ένα λευκό
σύννεφο ζωγραφισμένο στην πλινθόκτιστη
πλευρά ενός προπολεμικού κτιρίου
οι αληθινοί γκρίζοι δρόμοι είναι γεμάτοι βροχή
και εγώ είμαι απαρηγόρητος
παρασύρομαι χαμένος στον κόσμο
κλείνομαι στον εαυτό μου
απαγγέλλοντας τις ίδιες παλιές συγγνώμες
αναπτερωμένος από τις ίδιες παλιές ελπίδες
που καίγονται σαν τα αστέρια
με την θαμπάδα της πρωινής ομίχλης.
είμαι η ριγέ ταπετσαρία του αυστηρού σου
δωματίου – συμπληρώνω την θολή σου εικόνα
εκπέμπω τον θαυμασμό μου να φωτίσω
χιλιόμετρα σκοταδιού που απλώνεται ανάμεσά μας
μόνο ένα τραγούδι λείπει να αποκτήσει
η απουσία σου μια ξεχωριστή αρμονία.