Search
Close this search box.

Διαβάζουμε Ζούμε Ονειρευόμαστε

Διαβάζουμε Ζούμε Ονειρευόμαστε

[επιδραστικοί μονόλογοι του Σαίξπηρ] του Παναγιώτη Πετρέλη


Ο ΕΜΠΟΡΟΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ
ΣΚΗΝΗ 3 Η , ΠΡΑΞΗ ΠΡΩΤΗ

[…]

ΣΑΛΑΡΙΝΟ Αμ δε, είμαι βέβαιος: αν δεν πληρώσει, δεν θα πάρεις

Την σάρκα του. Τι οφελεί;

ΣΑΪΛΟΚ Δόλωμα για τα ψάρια. Κι αν όχι τούτο,

Τότε θα θρέψει την εκδίκησή μου. Με έχει ταπεινώσει, και
Μου κόστισε ως δα μισό μιλιούνι. Γέλασε στις χασούρες μου,
Στα κέρδη μου επίσης, κορόιδεψε το έθνος μου, μπλόκαρε
Τα παζάρια μου, εψύχρανε τους φίλους μου, θέριεψε τους
Εχθρούς μου. Και για ποιον λόγο; Είμαι Εβραίος. Δεν
Έχει ο Εβραίος μάτια; Δεν έχει ο Εβραίος χέρια, όργανα,
Διαστάσεις, αισθήσεις, πόθους, πάθη; Δεν τρώει
Το ίδιο φαγητό, τα ίδια όπλα δεν τον πληγώνουν, οι ίδιες
Ασθένειες δεν τον τυραννούν, τα ίδια γιατρικά δεν τον γιατρεύουν,
Τα ίδια θέρη και χειμώνες δεν τον ζεσταίνουν και τον ψυχραίνουν,
Όπως τους Χριστιανούς; Αν μας τρυπήσετε δεν ματώνουμε;
Αν μας γαργαλήσετε δεν γελάμε; Αν μας ποτίσετε φαρμάκι
Δεν πεθαίνουμε; Κι όταν μας αδικείτε, δεν θα
Γητέψουμε εκδίκηση; Αν είμαστε στα άλλα όλα σαν κι εσάς,
Είμαστε όμοιοί σας και σ’ αυτό. Όταν Εβραίος αδικήσει Χριστιανό,
Ποια είναι η πληρωμή του; Εκδίκηση. Αν Χριστιανός
Εβραίο αδικήσει, τι πρέπει αντίτιμο, κατά χριστιανικό
Παράδειγμα να λάβει; Αμ πώς, εκδίκηση. Την μοχθηρία τούτη
Με διδάξατε, κι αυτήν θα εκτελέσω, και μάλιστα σκληρά
Και θα δειχτώ καλύτερός σας.
[,,,]

ΣΧΟΛΙΟ


Δεν θα υπερέβαλε κανείς αν ισχυριζόταν ότι λίγοι μονόλογοι του Σαίξπηρ ήταν
– και είναι – τόσο επιδραστικοί όσο αυτός, αλλά πάλι, δεν θα υπερέβαλε και αν
ισχυριζόταν ότι όλοι οι μονόλογοι του Σαίξπηρ ήταν επιδραστικοί. Πράγματι,
προσωπικά, κάθε φορά που ακούω κάποιον να παραπονιέται «δεν έχουμε κι εμείς
ψυχή;» φέρνω στο μυαλό μου τον Σάιλοκ. Βέβαια, είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατον, να
εντοπίσει κανείς την ιστορική σύνδεση μεταξύ του πλέον κλασσικού ελληνικού
παραπόνου και ενός έργου της ελισσαβετιανής εποχής, αλλά στο μυαλό κάποιων η
νοηματική σύνδεση υπάρχει και θα υπάρχει.
Ακόμη, λίγα έργα του Βάρδου έχουν κηλιδωθεί τόσο όσο ο Έμπορος, που
μεταδόθηκε από την γερμανική ραδιοφωνία – σε δική της παραγωγή – λίγο μετά την
Νύχτα των Κρυστάλλων το 1938. Κι αυτό, βέβαια, είναι μάλλον ψιλά γράμματα για
όσους ξεχωρίζουν το κείμενο από το συγκρινόμενο, και λογικά ακούν ακόμα – άμα λάχει
– Βάγκνερ.
Επί του πρακτέου, όμως, τί μας λέει ο Σάιλοκ και τί μας λέει ο Σαίξπηρ μέσω
του Σάιλοκ; Οι βασικές – μέχρι πρόσφατα, τουλάχιστον – ερμηνείες ήταν δύο. Πριν
τις κουβεντιάσουμε, όμως, μια σύντομη ανασκόπηση. Στον Έμπορο, του οποίου το
θέμα φαινομενικά λίγη σχέση έχει με τον Σάιλοκ, ο Αντόνιο (ο Έμπορος, δηλαδή, και

χριστιανός) δανείζεται από τον (εβραίο) πιστωτή Σάιλοκ τρεις χιλιάδες δουκάτα, και
ως εγγύηση για το δάνειο ο Σάιλοκ ζητεί μια λίβρα (χονδρικά, μισό κιλό) από την
σάρκα του οφειλέτη του, ο οποίος ουκ ολίγες φορές στο παρελθόν τον έχει ζημιώσει
και προσβάλλει δημοσίως. Όταν τα καράβια του Αντόνιο βυθίζονται, ο Σάιλοκ ζητεί
την λίβρα του, ενώ η κόρη του, αφού κατακλέψει τον πατέρα της, το σκάει με τον φίλο
του Αντόνιο και ασπάζεται τον Χριστιανισμό. Στο τέλος, η έξυπνη Πόρσια
μεταμφιέζεται σε δικαστή και δικάζει τον Σάιλοκ για απόπειρα δολοφονίας χριστιανού,
αδίκημα τιμωρούμενο με θάνατο, και τελικά αναγκάζεται να αποποιηθεί την περιουσία
του, δίνοντας την μισή στο κράτος και την υπόλοιπη στον μόλις προ ολίγου οφειλέτη.
Σε μια πράξη – μάλλον – συμπόνιας, ο Αντόνιο ζητεί μόνο το ένα τέταρτο, αρκεί ο
Σάιλοκ να γίνει χριστιανός και να αφήσει όλη την περιουσία που θα του απομείνει
στην κόρη του.


Σύμφωνα με την πρώτη, λοιπόν, ο Σάιλοκ ούτε λίγο ούτε πολύ είναι άξιος,
καθ’ όλα, της μοίρας του και ακόμα χειρότερης. Είναι ένας άπονος τοκογλύφος,
μανιωδώς φιλάργυρος και υποκινούμενος από τα πιο ποταπά κίνητρα: μίσος,
εκδίκηση και επιθυμία για πλούτο. Αν στους αναγνώστες θυμίζει κάποια γνωστή
εθνογραφική «καρικατούρα», δεν έχουν άδικο. Η ελισσαβετιανή Αγγλία δεν γλύτωσε
από το κυλώνειο άγος του αντισημιτισμού – ίσως, ακριβέστερα για την εποχή,
εβραιοφοβίας -. Πράγματι, απόκληροι, αν όχι εξόριστοι, από τα 1300, οι Εβραίοι
μπόρεσαν να επιστρέψουν μαζικά σε αγγλικό έδαφος μόλις υπό τον Cromwell
(αρκετά χρόνια μετά τον Έμπορο). Την εποχή που το έργο πρωτοπαίχτηκε, η
απεικόνιση ενός εβραίου επί σκηνής ήταν πάνω κάτω αυτή, αν όχι και χειρότερη. Το
κοινό, συνεπώς, το δίχως άλλο χάρηκε την τελική – και ολική – ταπείνωση του Σάιλοκ
στα χέρια της ευφυούς (και χριστιανής) Πόρσια και του φιλεύσπλαχνου (και
χριστιανού, επίσης) Αντόνιο. Κάποιοι ίσως και να βρήκαν την τιμωρία του επιεική.
Δεν γνωρίζουμε – και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε – αν ο ποιητής θεωρούσε το
τέλος του έργου ένα καλό τέλος (με την γνωστή έννοια του έζησαν αυτοί καλά που
μάς έλεγε η γιαγιά). Γι’ αυτήν μας την άγνοια έχει διαμαρτυρηθεί εντόνως ο Τολστόι
και αφήνουμε σ’ αυτόν τα περαιτέρω, για να σχολιάσουμε επιγραμματικά ότι όταν
πριν λίγο χαρακτηρίσαμε τον μονόλογο επιδραστικό, εννοούσαμε, δυστυχώς, και κάτι
τέτοιο. Το προπαγανδιστικό υλικό από την εποχή του Β’ Παγκοσμίου (αλλά και αιώνες
νωρίτερα) που ταυτίζει τους εβραίους με την μορφή – συγκεκριμένα – του Σάιλοκ
είναι ντροπιαστικά άφθονο και διαδεδομένο.
Υπάρχει βέβαια και η άλλη ερμηνεία, σύμφωνα με την οποία ο Σάιλοκ είναι,
κατά βάση, ένας παθών. Οι ταπεινώσεις που έχει υποστεί, σε όλα τα επίπεδα
(επαγγελματικό, προσωπικό, οικονομικό) είναι αρκετές για να δικαιολογήσουν την
επιθυμία του για εκδίκηση, και ποιο θύμα καλύτερο από αυτόν που τόσες φορές τον
έχει ρεζιλέψει; Από την άλλη, και η δίκη του στο τέλος δεν είναι παρά ένα θέατρο
(δικαστήριο, αν προτιμάτε) του παραλόγου, στελεχωμένο από ανθρώπους
ανίκανους, εκ θέσεως και πείρας, να απονείμουν δικαιοσύνη, οι οποίοι μάλιστα δεν
δείχνονται και πολύ, ίσως και καθόλου, καλύτεροι από τον «εχθρό» τους. Μετέρχονται
κόλπα του χειρίστου είδους (στρεψοδικία, στην καλύτερη περίπτωση και με κομψά
λόγια) για να τον εξοντώσουν, και η φαινομενική συμπόνια τους αφού έχουν
εξασφαλίσει την νίκη τους δεν είναι παρά αυτό που στα αγγλικά τόσο εύγλωττα θα
λεγόταν insult to injury. Για εμάς, μάλλον, αλάτι στην πληγή. Έτσι, λοιπόν, ο Σάιλοκ
με τον μονόλογό του είναι απόλυτα δικαιολογημένος, μη έχων άλλον τρόπο, πια, να
αντιμετωπίσει εκείνους που μια ζωή τον καθιστούν απόκληρο – και απόβλητο – και
μόλις του στέρησαν ό,τι σημαντικότερο μπορεί να στερήσει κανείς από έναν
άνθρωπο: το παιδί του. Το έργο, επομένως, δεν είναι τίποτε άλλο (και) από ένα
μήνυμα ανοχής αλλά και κατανόησης, γιατί όχι και αποδοχής, Όταν πάψουν οι
εκάστοτε Αντόνιο να ταπεινώνουν παντοιοτρόπως τους εκάστοτε Σάιλοκ, θα πάψουν
και οι Σάιλοκ να απεργάζονται τον θάνατο των Αντόνιο. Αν τούτο θυμίζει στους
αναγνώστες τον οφθαλμό αντί οφθαλμού, το δίκιο που θα έχουν δεν θα είναι λίγο, κι
αν τους φαίνεται για δίκαιη ανταλλαγή, θα είναι ακόμα μεγαλύτερο.


Μια τρίτη ερμηνεία ίσως προσπαθούσε να δει τον Σάιλοκ ως αυτό που
πραγματικά είναι: ένας τυφλωμένος άνθρωπος. Δικαίως τυφλωμένος, μεν,
τυφλωμένος, δε. Η εγγύηση που ζητάει, ας είμαστε ειλικρινής, δεν είναι παρά μια μετά
βίας κρυμμένη ελπίδα να πεθάνει ο Αντόνιο, και η αυτή η τρομακτική υπόσχεση στην
κατακλείδα του μονολόγου του είναι απλώς το μίσος του που σιγόβραζε τόσα χρόνια
και πλέον εξερράγη. Μίσος, όμως, που έφτασε σε υψηλή συγκέντρωση όλα αυτά τα
χρόνια γιατί ο Σάιλοκ ήταν πράγματι παρίας και απόκληρος, γιατί πράγματι υπέστη
συμπεριφορές που ο (οποιοσδήποτε) Αντόνιο δεν θα επιφύλασσε ποτέ για κάποιον
ομόθρησκό του, από φόβο μην βρεθεί αντιμέτωπος με την οργή του ή την ενετική
δικαιοσύνη. Η οργή του Σάιλοκ, όμως, δεν έχει και τόση σημασία. Αφ’ ενός γιατί οι
νόμοι προστατεύουν έναν χριστιανό από την δίκαιη ή άδικη («εξ ορισμού» άδικη)
οργή ενός εβραίου. Αφετέρου, γιατί οι νόμοι τελικά δεν έχουν καμμία σημασία.
Η δικαιοσύνη ενώπιον της οποίας λύνονται – κατ’ ευφημισμόν – οι διαφορές
τους δεν είναι καν δικαιοσύνη – έστω κι αν ο Αντόνιο το αγνοεί αυτό –. Η Πόρσια, όσο
μορφωμένη κι αν είναι (ως κόρη σοφού ηγεμόνα) δεν είναι δικαστής και δεν έγινε
δικαστής επειδή φόρεσε την τήβεννο και την περούκα του δικαστή. Ο Σάιλοκ,
επομένως, είναι ένα θύμα, εντός ή εκτός εισαγωγικών, όχι μόνο μίας δικαιοσύνης
στην οποίαν δεν πιστεύει (και άρα δεν θα του αποδώσει το δίκιο του ποτέ, σύμφωνα
με τον ίδιο), αλλά, κυρίως, μιας δικαιοσύνης που δεν πιστεύει τον εαυτό της. Η
Πόρσια δεν ντύθηκε δικαστής γιατί θεωρεί τον εαυτό της δίκαιο και έντιμο και ικανό να
αποδίδει δικαιοσύνη. Ντύθηκε δικαστής για να γλυτώσει τον αγαπημένο της και, μιας
και βρήκε ευκαιρία, να πάρει εκδίκηση σε βάρος εκείνου που προσπάθησε – λίαν
ανεπιτυχώς – να πάρει εκδίκηση.
Οι απόπειρες ερμηνείας της τέχνης – και ειδικά του Βάρδου, που πολύ έχει
υποφέρει από αυτό – με όρους σύγχρονους, βολικούς και διαλεγμένους από τον
ερμηνεύοντα (ήτοι «ερμηνείας» κατά πώς μας συμφέρει για να πούμε αυτό που
θέλουμε) σπάνια συγχωρούνται, και η γελοιοποίηση συχνά περιμένει στην γωνία,
αλλά εδώ μάλλον θα μας επιτραπεί να πούμε ότι ο Σάιλοκ δεν φαίνεται να ζητεί τίποτε
παραπάνω από μια μορφή ισονομίας. Επί της αρχής, λοιπόν, δεν έχει άδικο.
Έχει άδικο, όμως, κι αυτός και οι «διάδικοί» του, στον νόμο επί του οποίου
ζητά ισονομία. Ο Σάιλοκ είναι σαφής. Εκδίκηση ο νόμος σας, εκδίκηση κι ο δικός μου.
Η ισονομία, όμως, δεν μπορεί να εκφράζεται με την μορφή ισότητας στην εκδίκηση,
γιατί η εκδίκηση είναι εξ ορισμού υποκειμενική και άρα άδικη. Η χώρα που ο καθένας
εκδικείται ελεύθερα είναι η χώρα που ο καθένας σκοτώνει – έστω, ακρωτηριάζει
χωρίς σταγόνα αίματος – ελεύθερα και πολύ σύντομα παύει να είναι χώρα.
Κι όμως, το αίτημα του Σάιλοκ είναι η εκδίκηση γιατί – τυφλωμένος ων, και
βαριά αδικημένος επίσης – αυτήν βλέπει ως δικαιοσύνη. Οι χριστιανοί τον
ταπεινώνουν με το «έτσι θέλω» για χρόνια. Καιρός είναι να τους φερθεί κι αυτός με το
«έτσι θέλω» μία φορά. Δικαίωμά του, λέει.
Αν κανείς επιθυμεί οπωσδήποτε να προβάλει ένα από τα μάλλον ελαφρύτερα
έργα του Σαίξπηρ στο σήμερα, δεν έχει παρά να αναλογιστεί δύο πράγματα: πρώτον,
τις συνέπειες της συνεχούς τοποθέτησης συγκεκριμένων ομάδων έξω από το
«σύστημα». Δεύτερον, την ποιότητα του ίδιου του «συστήματος». Χωρίς να λάβει
προσεκτικά υπ’ όψιν και τα δύο, δύσκολα μπορεί κανείς να βγάλει ασφαλή
συμπεράσματα. Κοντολογίς, εκτός από το να φροντίζουμε οι κανόνες μας να ισχύουν
για όλους, πρέπει να φροντίζουμε και να είναι καλοί κανόνες.

More Interesting Posts

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Subscribe to My Newsletter

Subscribe to my weekly newsletter. I don’t send any spam email ever!