(Σολωμικό)
Σύννεφο νύχτιο σκοτεινό τη λίμνη προσπερνάει,
σκύβω να δω και το νερό στα μάτια με κοιτάει.
Γυμνό σαν κόκκαλο νεκρού το φεγγαράκι λάμπει
γυμνή κι αυτή μες΄ στο νερό μ΄ όλο το σώμα λάμνει.
Θόλος, αμφίβολος βυθός, το μυστικό κρατάει,
χαράς τον πού ΄ναι άσκιαχτος και θαρρετά βουτάει.
Κόβει τ΄ αμίλητο νερό με το κορμί μαχαίρι,άφωνος
τηνε καρτερώ να δώ σαν τι θα φέρει.
΄Αχ, ολιγόζωη χαρά, σε πάγωσε στα στήθια,
ο άνεμος που δε φυσά, μα ρίχνει κάτω σπίτια…