Θα στολίσω με το σώμα το κενό
κι ένα ουράνιο τόξο θα κρεμάσω
να φωτίζει τα πρόσωπα του δράματος
τις συμπλοκές, τις προβολές
τις εκδοχές και τις εξάρσεις
Θα βάλω και μια φωτογραφία της μάνας στο τραπέζι
δυο σχοινιά στον τοίχο για να σκαρφαλώνουν
οι έφηβοι εαυτοί
θα κόψω τις συνάψεις
απ’ τα γονίδια των προγόνων
τα γράμματα από την Ινδία θα πετάξω
και τις φαντασιώσεις
τους εραστές που αγάπησα θα αλλάξω
να μυρίσω λίγο από το θάνατο που κρύβεται παντού
Πάνω από την πόρτα μου θα τρίψω κάρβουνο
και λίγο από τα στήθη σου
το έμβλημα ενός άντρα
που δεν μπορεί το πρόσωπο του να αγγίξει
να το προσκυνούν όσοι θα με επισκέπτονται θλιμμένο
Θα κρεμάσω και δύο όνειρα σαν εφιάλτες
δυο εφήβους να αγκαλιάζονται
με σταυρούς στο υπογάστριο
να θυμίζουν το παράδοξο του έρωτα
Κι ένα πολύφωτο
για τις υπόγειες νύχτες
αυτές που δεν ήξερα ποιος είμαι
θα κρατώ και το μαντήλι της γιαγιάς από τον Πόντο
για την σύνδεση γενεών και τόπων
κι ας μην μ’ αγάπησαν κι αυτοί
Θα βάλω κι ένα λεπτό μουστάκι
στη φωτογραφία του πατέρα
να γίνει όπως ήταν όταν με δώρισε στη μάννα
να πείσω στον εαυτό μου
πως έχω μια ιστορία
και μια θηλιά για να θυμάμαι
ότι δεν υπάρχει
ένας παράδεισος,
μια μόνο εκδοχή του εαυτού
ένας μόνο θάνατος
