Ο καιρός της αναμονής κορυφώνεται με μια ανθοφορία της φτώχειας, γιατί κάθε ελπίδα αναγκάζει τη μνήμη να αφήσει πίσω αυτό που είχε ονειρευτεί. Από το φυλλώδες δέντρο εκείνων που πιστεύουν ότι είναι κύριαρχοι της ζωής τους, τα φύλλα πέφτουν, ένα-ένα, μέχρι που αυτό φτάνει να βρεθεί στα βάθη του μηδενός του στον αγνώριστο καρπό αυτού που είναι. Ακόμη και η γλώσσα ξεμένει από λόγους για να περιγράψει το νόημα. Και το ποίημα, χτισμένο στο ερείπιο της λήθης, υποψιάζεται την ταυτότητα της ανούσιας σημασίας στη λέξη του όντος. Εδώ κι εκεί. Σαν χαλί ηττημένων στιγμών σε αναζήτηση του χαμένου χρόνου. Αυτό που έχει ζυμωθεί στη σιωπή του. Αυτός που αναζητείται δεν μπορεί πλέον να επιστρέψει.
Νανίκα ταρανάι μαϊμού γκα αρού
ochiba suru
Η αίσθηση ότι κάτι λείπει…
πέφτουν τα φύλλα
[Μετάφραση: Β.Γ.]