[ ΤΑ ΜΠΛΟΥΖ ΤΟΥ ΚΩΛΟΧΑΝΕΙΟΥ ]
-Ι-
Φτάνει το κορόϊδο να γεμίζει το ποτίρι μου
Φτάνει το ποτίρι μου γεμάτο νάναι πάντα
Κι’ εγώ μπορώ όσα θέτε ερωτόλογα να λέω
Και ιστορίες λυπητερές να διηγιέμαι
Γιατί της άπονης ζωής είμαι κι’ εγώ ένα θύμα, ναι,
το δίχως άλλο:
Φτάνει το κορόϊδο να γεμίζει το ποτίρι μου.
Φτάνει το κορόϊδο να γεμίζει το ποτίρι μου
Φτάνει το ποτίρι μου άδειο ποτέ μη μένει
Κι’ εγώ όλο κατανόηση μπορώ να τον ακούω
Το μακρύ του να μου λέει και το κοντό του
(Χμ! πάννες μη ξεχάσω να ψωνίσω για τον Σάσα), ναι μωρό μου,
με τις ώρες:
Φτάνει το κορόϊδο να γεμίζει το ποτίρι μου.
-ΙΙ-
Μια γλύκα το χαμόγελό μου λένε
– δεν έχουν άδικο
Γλυκό χαμόγελο πως έχω λένε
– αλήθεια
Ψεύτικο το χαμόγελό μου μα ψεύτες και αυτοί:
Κανείς ποτέ δεν κύτταξε πιο πάνω από τα μπούτια μου.
(Βοτ ντιέρμο! Ας λένε ό,τι θένε
Φτάνει τα κορόϊδα να γεμίζουν το ποτίρι μου…)
-ΙΙΙ-
Αύριο το πρωΐ θε να με λένε “αδίστακτη”
Απόψε πως είμαι λένε “το κάτι άλλο”
Παλιομεθύστακες… δεν ξέρουν τί τους γίνεται
εγώ απλώς την δουλειά μου κάνω.
R:
Είμαι αυτό που λαχταράτε αγορίνες μου
ξανθιά, συμπονετική αν θέτε ή έξω καρδιά
ανάλογα τα κέφια σας
– όπως με θέτε: αδίσταχτη! το κάτι άλλο!
Με τις κουταμάρες τους στα γέλια ξεκαρδίζομαι
Με τις κλάψες τους ξάφνου γίνομαι η φίλη η καλή
Με τις προστυχιές τους ξανάβω σα την σκύλλα
και στο φινάλε βέβαια τους τα παίρνω.
R:
Είμαι αυτό που λαχταράτε … κλπ. κλπ.
– μα κατά βάθος: τόσο θλιμμένη, so blondie and blue!
-IV-
Κύριοι με τους ούλα τους, σου λέει
Γουρούνια!
Με τα λεφτά τους πως ό,τι θεν (χα! χα!)
Τα πάντα ν’ αγοράσουνε μπορούν θαρρούνε…
Γουρούνια, κύριοι κατά τ’ άλλα
Παλιομεθύστακες!
Το πορτοφόλι τους άμα αδειάσει, αμ δε
Στα γόνατά τους να με καθίσουν που μπορούνε…
R:
Αχ μ’ αγαπάνε μ’ αγαπάνε – έτσι λένε
Ας’ τους να λένε, κι’ εμέ Λουντμίλλα μη με λένε
σε μια-δυο ωρίτσες, λα ντόνα ε μόμπιλε αν δεν λένε.
-V-
Ξέρω, σα ποθάνω στην κόλαση θα πάω
– συγχώρεση δε θάβρω για τα κρίματά μου
Βοτ ντιερμο! σα ποθάνω στην κόλαση θα πάω
– δεν είναι για συγχώρεση τα κρίματά μου
Μ’ απ’ όλα το χειρότερο: στην κόλαση
τους ίδιους μαλάκες θα ξαναβρώ μπροστά μου.
Βοτ ντιέρμο!
Χειρότερη απ’ το κωλάδικο η κόλαση δεν θάναι
– φτάνει τα κορόϊδα να γεμίζουν το ποτίρι μου.
(1996)
[ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΚΩΛΑΔΙΚΩΝ ]
Όλες τις πόρτες ξέρω των μελιχρών ναών
Μ’ ευλάβεια μπαίνω και πράττω τα κανονισμένα
Την Ωραία Κυρία εκεί προσμένω… κλπ. κλπ.
( Αλ. Μπλοκ )
Για δυο-τρία ποτιράκια που την κεράσαμε
– χαλάλι της! –
χτες βράδυ, στο μπαρ με τις ρωσσίδες
η Ω ρ α ί α Κ υ ρ ί α
μας απήγγειλε / στα ρώσσικα, από στήθους
στίχους
του Πούσκιν
και
του Μπλοκ
και
της Τσβετάγιεβα / η αγκαπιμιένιμιι μυ πιίτρια! μας λέει…
Εγώ (καιρό είχα να βρεθώ σε μια πραγματική ποιητική βραδυά)
Δεν το κρύβω, συγκινήθηκα.
(5.V.1997)
[Συνοδευτική Σ η μ ε ί ω σ η του Θοδωρή:
Η «Παναγιά…» πρωτοδημοσιεύτηκε
στο “Μανδραγόρα” τ.36/2007.
Τα άλλα τα είχα ξεχάσει,
τα βρήκα σε μια κούτα με παλιά χειρόγραφα…
Ήμουν πολύ ρεμάλι εκείνο τον καιρό
αλλά με τα κορίτσια πολύ τζέντλεμαν.
Είχα τους λόγους μου…]
artworks : Okanaoue Toshiko