Τα βουλωμένα αυτιά ανεβαίνοντας τον Τυμφρηστό
στα δυο να κόβει την καρδιά μας ο Καρπενισιώτης.
Η θέα στον κάμπο με το παρελθόν που πονά
κι ο κόμπος στο λαιμό και αυτό το σάλιο που
δεν καταπίνεται.
Αυτά που μού ‘πε ο πατέρας
αυτά που δεν μού ‘πε.
Αγάπες μου περαστικές: Ντεπώ, Αργυρούπολη
με τριάστερο κονιάκ βαριά βραδιά
ίσα να φτάσουμε τριάντα χρονών
κι ας μην γίναμε ποτέ της κοινωνίας σωστοί ανθρώποι.
Τι τα θες, τι τα γυρεύεις;
Ο τόνος μπαίνει πάντα εκεί που βγαίνει η ψυχή.
Τα παιδιά τού αδερφού μου
άντε πως βιάζονται κι αυτά να μεγαλώσουν
λευκές απάτητες κορφές,
με κάτι ελάχιστο απ’ τα νιάτα μου
κάπως να με γνωρίσουν
σε μάτια γαλαζοπράσινα κι έρωτες νυχτοθάλασσες.
Να βρούμε διέξοδο σε μια αγκαλιά φιλιά.
Το στοματάκι μας να ευφράνει μια κόκκινη ντομάτα
μια πανσέληνος.