
ΔΙαθεσηΗΜεραΣ* Νο. 2
παρακολουθώ κάθε του πόδι να κουνιέται γρατσουνίζοντας
το μωσαϊκό και να περιμένει
να πάρει τη σειρά του κάτω από το βάρος του σώματος
παρακολουθώ κάθε του πόδι να κουνιέται γρατσουνίζοντας
το μωσαϊκό και να περιμένει
να πάρει τη σειρά του κάτω από το βάρος του σώματος
ενώ ο κόσμος μυρίζει πυκνό σκοτάδι ξαφνικά χωρίς να το καταλάβουμε φωτίζονται τα όνειρά μας από το ουράνιο τόξο της αγάπης
να βγάλει τα γυαλιά της και εκεί στο βιβλιοπωλείο να απλώσει τα χέρια της και να βάλει πάλι πίσω ψηλά στο ράφι το βιβλίο μου πίσω
ο μήνας που έρχεται είναι o μήνας της γέννησής μου ο καλύτερος μήνας για να γεννηθείς – χάρη σε σένα μητέρα όλα είναι γιορτινά
ζω σε έναν αρνητικό κόσμο – ό,τι και αν φέρει το φως της ημέρας στην καταχνιά μου ας φέρει μαζί μια στοιχειωμένη ησυχία –
ζήσαμε σαν αγριοπούλια κι ας μη πετάξαμε ποτέ – μας καθήλωσε στον ομφαλό της γης το φεγγάρι πότε μισό αλλά μηδέποτε ολόκληρο
είχα φτιάξει στο μυαλό μου έναν κόσμο ευκολίας εξανεμίστηκαν οι δισταγμοί όταν την συνάντησα ένιωσα ότι τίποτα στη ζωή δεν ήταν φυσιολογικό
έχω ένα κόκκινο σημάδι στο μάγουλο μου
και το πεινασμένο τέρας βρυχάται μέσα μου ο γαλάζιος σου άξονας τέμνει την αγκαλιά μου
κοιτάζαμε ο ένας όσο πιο βαθιά μπορούσε τα μάτια του άλλου σαν να θέλαμε να χαθούμε εκεί μέσα και να μη μας βρουν ούτε ποτέ να μάθουν τι απογίναμε
οι ταξιάρχες άγγελοι και οι ένδοξες δυνάμεις των ουρανών αρνούνται να προσφέρουν τρυφερότητα σε εμάς τους περιστοιχισμένους καταχνιά ναυαγούς στους ωκεανούς
Subscribe to my weekly newsletter. I don’t send any spam email ever!